Βιβλιοκριτκή, Κοινωνική Εργασία σε ακραίες συνθήκες (Social Work in Extremis; Lessons for Social Work internationally)

extremis1

Οι δραματικές εξελίξεις στην ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα στο χώρο της πρόνοιας κατά το τελευταίο διάστημα οδήγησε τα μέλη του δικτύου να εστιασουν επί το πλείστον στη συμμετοχή τους σε κοινωνικά κινήματα και ανάδειξη ζητημάτων της επικαιρότητας. Κάτι τέτοιο είχε ως αποτέλεσμα τη σχετική καθυστέρηση μας στην προώθηση της θεωρητικής συζήτησης αναφορικά με σύγχρονα μοντέλα κοινωνικής εργασίας που είναι σε θέση να απαντούν στις ανάγκες των εξυπηρετούμενων προωθώντας την δομική κοινωνική αλλαγή.  Η προώθηση αυτής της συζήτησης/αναζήτησης θα πάρει τη μορφή βιβλιοκριτικής, παρουσίασης επιστημονικών άρθρων, οργάνωσης ημερίδων και συντονισμού ερευνών δράσης.

 

Σήμερα ξεκινούμε την προσπάθεια αυτή με τη μετάφραση και παρουσίαση κριτικής του βιβλίου “Social Work in Extremis; Lessons for Social Work Internationally” . Το Δίκτυο Δράσης Κοινωνικών Λειτουργών είναι περήφανο για τη συνεισφορά  δύο μελών του στη συγκεκριμένη εκδοτική προσπάθεια (Βασιλης Ιωακειμίδης και Δώρα Τελώνη). Οι επιμελητές του συλλογικού τόμου Michael Lavalette και Βασίλης Ιωακειμίδης είναι ακαδημαϊκοί και ιδρυτικά μέλη του Social Work Action Network στη Μεγάλη Βρετανία. Το βιβλίο εκδόθηκε από την Policy Press στη Μεγάλη Βρετανία

Η συγκεκριμένη βιβλιοκριτική γράφτηκε στο προηγούμενο τεύχος του British Journal of Social Work από τον ακαδημαϊκό Nigel Hall- επίκουρο καθηγητή του πανεπιστημίου Kingston και εκπρόσωπο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κοινωνικών Λειτουργών.

 

Τίτλος Βιβλίου

Social Work in Extremis: Lessons for Social Work Internationally (κοινωνική εργασία υπό ακραίες συνθήκες: Διδάγματα για την κοινωνική εργασία σε διεθνές επίπεδο)

Επιμελητές έκδοσης

Michael Lavalette and Vasilios Ioakimidis

Εκδοτικός Οίκος Policy Press

Το συγκεκριμένο βιβλίο περιέχει μια εξαιρετική διεθνή συλλογή που ερευνά τη φύση και το ρόλο της κοινωνικής εργασίας καθώς και τη σχέση της με (τοπικές) κοινότητες υπό ακραίες συνθήκες.  Αυτές οι συνθήκες ποικίλουν, από πολέμους, εθνικές συγκρούσεις και έκτακτες ανάγκες μέχρι φυσικές καταστροφές και άλλους σχετικούς κινδύνους όπου απαιτείται άμεση αντιμετώπιση. Οι κοινωνικοί λειτουργοί παρέχουν μέρος της βοήθειας που απαιτείται αλλά αποτελεί ιδιαίτερα ενδιαφέρον αντικείμενο το πώς οι ίδιες οι κοινότητες που βρίσκονται υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες κινητοποιούν και ενισχύουν τα μέλη τους—αλλά και το πώς οι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούν να αξιοποιήσουν  αυτή τη φυσική πηγή βοήθειας. Σκοπό των συγγραφέων αποτελεί η προσπάθεια να αναλυθούν αυτές οι παρατηρήσεις ώστε να καταγραφεί η «οπτική» μιας εναλλακτικής μορφής κοινωνικής εργασίας σε διεθνές επίπεδο. Πραγματικά, αυτή η κοινωνική εργασία «απο τα κάτω» δημιουργεί πολλά ερωτήματα για τη φύση αλλά και τον ορισμό της ίδιας της κοινωνικής εργασίας. Στο βιβλίο συμπεριλαμβάνονται κεφάλαια που αφορούν ακραίες κοινωνικό-πολιτικές συνθήκες στην Παλαιστίνη, το Λίβανο, την Ελλάδα, την Κολομβία, τη Σρι Λάνκα, την Κροατία, την Κύπρο, τις Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και την επάυριο του τυφώνα Κατρίνα (ΗΠΑ).

Το παρόν βιβλίο έρχεται έπειτα από το προηγούμενο και χρήσιμο βιβλίο των Michael Lavalette και Iain Ferguson International Social Work and the Radical Tradition. Ο Michael Lavalette είναι ο συντονιστής του ριζοσπαστικού Social Work Action Network, ενώ ο Vasilios Ioakimidis είναι μέλος της συντονιστικής επιτροπής του ίδιου φορέα, και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες δεν απογοητεύουν στην παρουσίαση ριζοσπαστικών ιδεών αλλά και στην ανίχνευση των αρχών της κοινωνικής εργασίας.

Ένα κεφάλαιο καλύπτει τις ακραίες συνθήκες στη Δυτική Όχθη της Παλαιστίνης, κάτω από τις οποίες, ενώ δημιουργείται «κόλαση» για τις οικογένειες που διαμένουν εκεί, οι ίδιες συνθήκες έχουν παράλληλα οδηγήσει σε στην ανάπτυξη οργανικών προγραμμάτων συγκροτημένα εκ των έσω και επανδρωμένα με εθελοντές από τους προσφυγικούς καταυλισμούς. Ενώ οι επίσημες ΜΚΟ έχουν τους δικούς τους σκοπούς και οι εξωτερικοί τους χρηματοδότες συχνά κινούν τα νήματα, τα προαναφερθέντα προγράμματα χαίρουν εμπιστοσύνης και ενίσχυσης από τους κατοίκους και παρέχουν υπηρεσίες «από τα κάτω πρός τα πάνω». Με τον ίδιο τρόπο, το παράδειγμα του προγράμματος «Σαμιδούν» στο Λίβανο, παρουσιάζει την αντοχή και ευελιξία ενός τοπικού οργανισμού αφοσιωμένου στις ανάγκες των ευάλωτων ανθρώπων- στην προκειμένη περίπτωση στην βομβαρδισμένη Βυρηττό.  Τα διδάγματα φανερώνουν πως η κινητοποίηση από «τα κάτω» μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική στην αξιοποίηση τοπικών πηγών και η κοινωνική εργασία σε παρόμοιες περιπτώσεις οφείλει να είναι στοχοπροσυλωμένη  και να παίρνει θέση- η ουδετερότητα δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή. Υπάρχουν τρία κεφάλαια για την Ελλάδα γεγονός που ενδεχομένως να δημιουργεί μια σχετική ανισομετρία ανάμεσα στα κράτη και τις περιφέρειες (που αναλύονται στο βιβλίο), αλλά κάθε ένα από αυτά τα κεφάλαια αναπτύσσει πολύ καλή επιχειρηματολογία και παρουσιάζει ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Ένα από αυτά αναφέρεται στην «ανοικοδόμηση» έπειτα από τις πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές που όμως οδήγησαν σε απόπειρες κερδοσκοπίας από εργολάβους οι οποίοι μέσα στο χάος προσπάθησαν να αλλάξουν τον πολεοδομικό σχεδιασμό πρός όφελος τουριστικών καταλυμάτων και ξενοδοχείων. Κατά τη συγκεκριμένη περίπτωση, φοιτητές κοινωνικής εργασίας στα πλαίσια παρέμβασης στην κοινότητα  υποστήριξαν τη δράση κινημάτων πολιτών που εναντιώθηκαν στα παραπάνω σχέδια.

Υπάρχουν χρήσιμες συζητήσεις σε όλο το βιβλίο αναφορικά με τη φύση της κοινωνικής εργασίας –αποτελεί ‘μίκρο’ ή ‘μάκρο’ διαδικασία, δραστηριότητα που ενθαρρύνει την οργάνωση της κοινότητας ή αφορά τα ατομικά προβλήματα των ανθρώπων? Το συμπέρασμα είναι ότι η κοινωνική εργασία πρέπει να κάνει και τα δύο – καθώς και να είναι σε θέση να δεσμεύεται σε θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τρόπο πρακτικό. Κάτι τέτοιο συνδέεται άμεσα με τις τρέχουσες συζητήσεις αναφορικά με το διεθνή ορισμό κοινωνικής εργασίας και εδώ οι αναγνώστες παρακινούνται να διαβάσουν τη συζήτηση αναφορικά με την «μίκρο/ μάκρο» πρακτική στο πρόσφατο βιβλίο του Hugman για τη διεθνή κοινωνική εργασία (Hugman, 2010).

Το κεφάλαιο που αναλύει την παρέμβαση στις κοινότητες των desplazados (εσωτερικά εκτοπισμένοι) στην Μπογκοτά, ανθρώπων που έχουν υποχρεωθεί να φύγουν από τις παραδοσιακές τους εστίες λόγω της διαμάχης μεταξύ παραστρατιωτικών και ανταρτών, δείχνει πως οι κοινωνικοί λειτουργοί  χρειάζεται να αναγνωρίζουν την ύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών, παραδόσεων και εμπειριών καθώς δουλεύουν στην πρώτη γραμμή και σε σύνθετες τοπικές συνθήκες. Αυτό το γεγονός υπογραμμίζει ένα επιχείρημα που παρουσιάζεται συχνά σε αυτό το βιβλίο, ότι δηλαδή η παραδοσιακή κοινωνική εργασία είναι «βαριά γραφειοκρατική και περιορίζεται από τις τυπικότητες, τις αξιολογήσεις ρίσκου και τις αυστηρές επίσημες οδηγίες» (σελ.88), ενώ η κοινωνική εργασία που είναι αληθινή προς τις αξίες της μπορεί να προκύψει μέσω της «συνειδητοποίησης και χειραφέτησης των πλέον καταπιεσμένων» (σελ 91). Ενώ κάτι τέτοιο δίνει μια ιδιαίτερη «γεύση» Λατινοαμερικάνικης προσέγγισης στο βιβλίο, η ίδια αντίληψη περί της ανάγκης δημιουργίας μιας κοινωνικής εργασίας δομημένης στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, αξιοπρέπειας και δέσμευσης προς τις ανθρώπινες αξίες υιοθετούνται και στα άλλα κεφάλαια του βιβλίου, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που αφορά τη Σρι Λάνκα. Εδώ, τα ανεξέλεγκτα και εξαιρετικά βίαια πρόσφατα γεγονότα όπου οι Ταμίλ του Βορρά υποτάχθηκαν στο Σινχαλέζικο Νότο με τεράστιο ανθρώπινο κόστος, οδήγησε στην ανάγκη για αναμορφωτική δικαιοσύνη και προσπάθειες ειρήνευσης, γεγονότα που ερευνώνται στο συγκεκριμένο βιβλίο μέσω μιας σειράς από εξαιρετικά ενδιαφέρουσες μελέτες περίπτωσης.

Η κοινωνική εργασία της «δράσης» είναι συνήθως πολύ διαφορετική από την «επίσημη» κοινωνική εργασία και κάτι τέτοιο αναλύεται μέσω της περίπτωσης του «Τυφώνα Κατρίνα» στις Νότιες ΗΠΑ, σε ένα κεφάλαιο που υπογραμμίζει την άμεση, πρόσωπο-με-πρόσωπο, πρακτική και πολύ σημαντική δράση που εκδηλώθηκε από τους κοινωνικούς λειτουργούς στην προσπάθεια να βοηθηθούν τα θύματα. Η συστημική φτώχεια, η υπανάπτυξη και ο ρατσισμός κατέστησαν τους κατοίκους εξαιρετικά ευάλωτους στις συνέπειες μιας τέτοιας φυσικής καταστροφής, παρόλα αυτά πολλοί κοινωνικοί λειτουργοί δεν είχαν εκδηλώσει την ανησυχία τους σχετικά με το ζήτημα. Εν τούτοις, στην άμεση πρακτική διαχείρισης των πολλαπλών αιτημάτων αποκατάστασης και ενίσχυσης η παρέμβαση της κοινωνική εργασίας εκτιμήθηκε ιδιαίτερα αφού μπόρεσε στις δύσκολες αυτές συνθήκες να εργαστεί τόσο σε μίκρο όσο και μάκρο επίπεδο. Παράλληλα, σε ένα διαφορετικό επίπεδο, «συμπεριλήφθηκαν» στο σύστημα και δεν ανέδειξαν μερικά απο τα θέματα που αφορούν την κοινωνική δικαιοσύνη.

Οι ακραίες συνθήκες που περιγράφονται στα κεφάλαια του βιβλίου έχουν διπλή διάσταση. Από τη μια, αυτές οι συνθήκες, προσφέρουν δυνατότητες για δράση στην κοινωνική εργασία, από την άλλη μας υποχρεώνουν  να αναστοχαστούμε τη φύση της κοινωνικής εργασίας, καθώς το επάγγελμά μας μπορεί να εμπλουτιστεί δουλεύοντας με τους ανθρώπους στη βάση αλλά και με κινήσεις αυτοβοήθειας και τοπικών δράσεων που αναδύονται σε εποχές δοκιμασίας και σκληρών συνθηκών.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.